Κυριακή 14 Ιουνίου 2020

Ένα βιβλίο, δύο (και περισσότεροι) κόσμοι



Μια μικρή κριτική σχετικά με 4 δημοσιεύματα που αφορούν το βιβλίο της συγγραφικής ομάδας της κας Ρεπούση.

«Ρεπούση». Προτού πληκτρολογήσει κανείς ολόκληρο το όνομα της καθηγήτριας του Α.Π.Θ., διαπιστώνει πως στη μηχανή αναζήτησης εμφανίζεται δίπλα στο όνομά της η λέξη «συνωστισμός». Το βιβλίο της ΣΤ΄δημοτικού του 2006-07[1], έμεινε στην ιστορία, όχι για την παιδαγωγική ή μη επάρκειά του, αλλά για το ότι κατάφερε να κινητοποιήσει ετερόκλητες ομάδες κάτω από ένα κοινό σκοπό που ήταν η απόσυρσή του αλλά και να διχάσει την ελληνική κοινωνία. Ο διχασμός αυτός αντικατοπτρίζεται στην αρθρογραφία της εποχής, ελάχιστο μέρος της οποίας επέλεξα να αναφέρω όπως [2]του δασκάλου δημοτικού Δημήτρη Νατσιού, και των καθηγητών πανεπιστημίου Κώστα Ζουράρι, Έφης Γαζή, και Έφης Αβδελά.


Σε ολόκληρο το άρθρο του (Νατσιός, 2006) ο Νατσιός, δεν κρύβει την απέχθειά του για κάθε τι «εκσυγχρονιστικό» και «προοδευτικό». Κατ’ αυτόν το εγχειρίδιο εξωραΐζει την τουρκοκρατία, αγνοεί τη συμβολή της εκκλησίας κατά την Επανάσταση του 1821, υποβαθμίζει τις σπουδαίες μάχες με τον εχθρό και τις ηρωικές μορφές της ενώ αντίθετα αναδεικνύει τις «ασήμαντες» εμφύλιες συγκρούσεις και τον ρόλο της διανόησης. Το άρθρο στηλιτεύει την μη αναφορά του Μακεδονικού Αγώνα και της Γενοκτονίας των Ποντίων, κάτι που για τον Νατσιό φανερώνει τις αντεθνικές προθέσεις των «υπόπτων» συγγραφέων που είναι εντολοδόχοι της «Νέας Τάξης», που μαζί με την «παγκοσμιοποίηση» είναι έννοιες δημοφιλείς σε όσους ρέπουν προς τη συνωμοσιολογία.

Το άρθρο του Ζουράρι (Ζουράρις, 2007) είναι εξίσου επιτιμητικό για το εγχειρίδιο, διαφέρει όμως στην ουσία και στο ύφος. Δεν ανοίγει πολλαπλά μέτωπα όπως ο Νατσιός αλλά εστιάζει την πολεμική του στη φράση της σ. 133 του εγχειριδίου όπου αναφέρεται πως «η τέχνη δεν έχει σύνορα και ο χαρακτήρας της είναι παγκόσμιος» (Ρεπούση, 2006). Ο  Ζουράρις πέρα από τον ισχυρισμό του για «μειοδοτούσα Ιστορία», κάτι που συναντούμε και στον Νατσιό, επιτίθεται με προσβλητικό τρόπο και αρκετή δόση ειρωνείας ιδιαίτερα προς την Ρεπούση. Μπορεί το άρθρο του Ζουράρι να μην έχει τις εθνικιστικές κορώνες και την συνωμοσιολογία του Νατσιού ωστόσο είναι περισσότερο απαξιωτικό ως προς τη συγγραφική ομάδα.

Τα άρθρα υπεράσπισης είναι σε διαφορετικό ύφος. Ο λόγος είναι νηφάλιος, επιστημονικός, δίχως προσωπικές επιθέσεις και χαρακτηρισμούς. Στο άρθρο της (Γαζή, 2007) η Γαζή αναδεικνύει την αναντιστοιχία μεταξύ του μαθήματος της ιστορίας και της επιστημονικής έρευνας[3] και θεωρεί απαράδεκτο σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα να διακυβεύεται η τύχη ενός βιβλίου από εξωεκπαιδευτικούς παράγοντες και οι συγγραφείς του να στιγματίζονται ανεπανόρθωτα. Στο άλλο άρθρο (Αβδελά, 2007) η Αβδελά τονίζει πως όσο η πολιτική αναμειγνύεται στο έργο των εκπαιδευτικών τόσο το σχολείο θα απομακρύνεται από τη σύγχρονη κοινωνία και την επιστήμη και η δημόσια ιστορία θα μένει εγκλωβισμένη στο φόβο και τη νοσταλγία (Αβδελά, 2007). Στην κατακλείδα του άρθρου της προτρέπει την ιστορική κοινότητα να κάνει την αυτοκριτική της.


Συνοψίζοντας, πιστεύω πως το άρθρο του Νατσιού δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με ορθολογιστικό τρόπο καθότι ο λόγος του είναι εθνικιστικός. Ο Ζουράρις υπερασπίζεται με τον ιδιαίτερό του λόγο τον ελληνικό πολιτισμό από μια επίθεση την οποία, εγώ τουλάχιστον δεν εντόπισα αφού νομίζω πως το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγουν οι συγγραφείς του εγχειριδίου, ότι η τέχνη δεν γνωρίζει σύνορα, δεν μειώνει την ποιότητα του ελληνικού πολιτισμού και τα υψηλά επίπεδα της καλλιτεχνικής του δημιουργίας αλλά αναφέρεται στις καλλιτεχνικές επιρροές. Η επιχειρηματολογία του Ζουράρι περί «σκορδαλιάς» και «χορευτικών ντουέτων», νομίζω πως, αν και γλαφυρή, είναι τουλάχιστον ανεπαρκής.  

Όσον αφορά τους υπερασπιστές του εγχειριδίου έχω τη γνώμη πως η Γαζή και η Αβδελά ζητούν τη χειραφέτηση της ιστορικής επιστήμης ξεδιπλώνοντας με νηφαλιότητα και επιστημονικό λόγο τα επιχειρήματά τους. Δεν φοβούνται την δίκαιη κρίση των σχολικών εγχειριδίων, τον διάλογο και την αντιπαράθεση και δεν στιγματίζουν αυτή καθαυτή την απόσυρση του βιβλίου, αλλά το γεγονός ότι αυτή δεν ήταν αποτέλεσμα διαλόγου της επιστημονικής κοινότητας αλλά μιας αδυσώπητης κοινωνικοπολιτικής επίθεσης που διεξήχθη εκτός των σχολικών αιθουσών.



Βιβλιογραφία

Αβδελά, Έφη, «για τη σχολική ιστορία και τους ιστορικούς», Η Αυγή, 14/3/07, http://marrep.webpages.auth.gr/images/THE_HISTORY_BOOK/8_2/book_articles/avdela%2014.10.2007.pdf (Ημ. πρόσβασης, 25/3/20)

Αθανασιάδης, Θεοχάρης, Τα αποσυρθέντα βιβλία: Έθνος και σχολική Ιστορία στην Ελλάδα 1858-2008, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2015, σ. 45-99.

Γαζή, Έφη, «η πάλη των σχολικών τάξεων, Το Βήμα, 18/3/07 https://www.tovima.gr/2008/11/25/opinions/i-pali-twn-sxolikwn-taksewn/, (Ημ. πρόσβασης 29/3/20)

Ζουράρις, Κώστας, «Plus c’ est local, c’ est universel», https://avato.blogspot.com/2007/11/plus-c-est-local-c-est-universel.html, (Ημ. πρόσβασης 26/3/20)

Νατσιός Δημήτρης, «τα νεοταξικά βιβλία της ιστορίας του δημοτικού», 21/5/06, http://www.antibaro.gr/article/1561, (Ημ. πρόσβασης, 28/3/20)

Ρεπούση, Μαρία κ.ά., Στα νεότερα και σύγχρονα χρόνια, ΟΕΔΒ, 2006


[1] Ρεπούση, Μαρία κ.ά., Στα νεότερα και σύγχρονα χρόνια, ΟΕΔΒ, 2006
[2] Στα άρθρα των πολέμιων δεν κατάφερα να έχω πρόσβαση σε πολλά από αυτά καθώς οι περισσότερες σελίδες, και ειδικά η σελίδα Αντίβαρο,  με παρέπεμπαν σε σελίδες οι οποίες πλέον δεν υφίσταντο.
[3] Κάτι παρόμοιο δήλωσε και ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, σύμβουλος του μετέπειτα πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, όταν υποστήριξε πως στα δημοτικά σχολεία το μάθημα της ιστορίας δεν πρέπει να έχει σκοπό την ανακάλυψη της αλήθειας αλλά να δημιουργήσει φρόνημα. Περισσότερα στο Αθανασιάδης, 2015, σ. 75.

Δεν υπάρχουν σχόλια: