Παρασκευή 1 Φεβρουαρίου 2019

Η κοινωνική διαστρωμάτωση των πρώιμων βυζαντινών χρόνων και οι κοινωνικές διεργασίες στα ύστερα χρόνια.


Ο Βυζαντινός κόσμος δεν ξεκινάει από το μηδέν. Έχει σαν κληρονομιά από τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία τις συνεχώς εξελισσόμενες διοικητικές δομές και την πλούσια ελληνιστική παράδοση. Τα παραπάνω σε συνδυασμό  με τις χαρισματικές προσωπικότητες στο στρατιωτικό και στον πολιτικό τομέα, έχουν ως αποτέλεσμα τη  μακροημέρευση του Βυζαντίου, χαρακτηριστικό του οποίου είναι –μετά τα πρώτα χρόνια- η έντονη κοινωνική κινητικότητα, η οποία αγνοώντας την καταγωγή του καθενός του επιτρέπει την άνοδο στην κοινωνική ιεραρχία. Σε όλη την χιλιετή και πλέον πορεία του Βυζαντίου, η συνεχής πάλη των τάξεων οδηγεί σε  συγκρούσεις, διχασμούς, εμφύλιους και ανίερες συμμαχίες. 


Στα πρώιμα βυζαντινά χρόνια η κοινωνία στηρίζεται στην αυστηρή ιεράρχηση των κοινωνικών ομάδων καθορισμένων από τη νομοθεσία, οι ανώτερες των οποίων στηρίζονται στην καταγωγή, τον πλούτο ή την ισχυρή θέση στην κρατική μηχανή και θέλουν να διαφυλάξουν και να παγιώσουν μέσω της κληρονομικότητας, τα προνόμια τους. Κάτω από την ανώτερη τάξη, οι καλλιεργητές, οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι στρατιώτες, οι κατώτεροι κρατικοί λειτουργοί και οι έμποροι, οργανωμένοι σε δήμους αποτελούν τη μεσαία τάξη που αποτελεί μια υπολογίσιμη δύναμη καθώς είναι αυτή η οποία θα πολεμήσει, θα σπείρει τη γη και θα στελεχώσει το μηχανισμό. Δεν πρέπει όμως να δυναμώσει τόσο ώστε να απειλήσει την άρχουσα τάξη, για αυτό και οι άρχοντες προσπαθούν να την περιορίσουν βάζοντας νομοθετικούς φραγμούς. Τέλος η κατώτερη τάξη που μαστίζεται από τη φτώχεια, προσπαθεί απλώς να επιβιώσει.
Ενώ, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, τα πρώτα χρόνια οι κοινωνίες είναι κλειστές και η είσοδος στους κόλπους της ανώτερης τάξης είναι πολύ δύσκολη έως αδύνατη, η νέα οικονομική πραγματικότητα θα φέρει νέα δεδομένα, και ως τον 10ο αιώνα η κοινωνία εμφανίζει χαρακτηριστικά ανοιχτής κοινότητας στην οποία η συγκρότηση των κοινωνικών ομάδων και η σύνθεση της συγκλήτου αλλάζουν συνεχώς. Αυτή η ρευστότητα επηρεάζει τον αυτοκρατορικό θρόνο, και έτσι ο αυτοκράτορας με τη σειρά του εξυπηρετεί αυτούς που τον ανέδειξαν. Ο αυτοκράτορας είναι για τον βυζαντινό κόσμο ο εκλεκτός του θεού και ταυτόχρονα μια μορφή που με τις αποφάσεις του επηρεάζει άμεσα την πορεία της αυτοκρατορίας. Αυτό φαίνεται καθαρά από το ότι μη ικανοί αυτοκράτορες συρρίκνωσαν το Βυζάντιο ενώ άλλοι χαρισματικοί που ανέλαβαν ακόμη και σε δύσκολες στιγμές, το ανόρθωσαν.
Η πάλη των τάξεων στο Βυζάντιο θα κρατήσει αιώνες και χαρακτηριστικό της ρευστότητας στην κοινωνική πυραμίδα είναι οι συνεχείς ανατροπές στο πολιτικό σκηνικό (π.χ. μετά το θάνατο του Ιουστινιανού στη διάρκεια ενάμιση αιώνα, δεκαπέντε αυτοκράτορες εναλλάσσονται στο θρόνο) και οι  δυσμενείς συνέπειες σε όλη την αυτοκρατορία.


Στα πρώιμα βυζαντινά χρόνια η κοινωνία δείχνει να έχει τη συνηθισμένη τριμερή διάκριση των τάξεων σε ανώτερη, μέση και κατώτερη. Στην ανώτερη τάξη ανήκουν η σύγκλητος, η στρατιωτική αριστοκρατία, ο κλήρος και η πολιτική αριστοκρατία. Η σύγκλητος το ανώτερο συμβούλιο του κράτους, είναι το σημαντικότερο κομμάτι της άρχουσας τάξης και για την είσοδο σε αυτή –από τα χρόνια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας– απαραίτητη προϋπόθεση είναι η αριστοκρατική καταγωγή και η περιουσία. Στα πρώτα χρόνια μετά την μεταφορά της αυτοκρατορίας στο ανατολικό της τμήμα, αυτή δείχνει να απαξιώνεται μέχρι ο Κωνστάντιος αυτός να της ξαναδώσει την παλιά της αίγλη. Διευρύνοντας τον κύκλο της συγκλήτου επιδιώκει να παγιωθεί στην εξουσία, κάτι άλλωστε που επιδιώκουν όλοι οι αυτοκράτορες. Έτσι από το 450 η σύγκλητος συναναγορεύει τον αυτοκράτορα, συμμετέχει σε διπλωματικές αποστολές και έχει δικαστικά καθήκοντα. Στη διάρκεια των αιώνων και ανάλογα με τις γενικότερες πολιτικοοικονομικές συνθήκες αλλάζει δομή αποδυναμώνεται, χρησιμοποιεί τον αυτοκράτορα και χρησιμοποιείται από αυτόν.
Ο στρατός που λειτουργεί σαν αντίρροπη δύναμη με τη σύγκλητο, δε θα μπορούσε να μην είναι κομμάτι της άρχουσας τάξης αφού στη Βυζαντινή αυτοκρατορία οι μεγάλες στρατιωτικές οικογένειες ισχυρίζονται πως έχουν αριστοκρατική καταγωγή. Με την αντικατάσταση των επαρχιών από τα θέματα, ο ρόλος του δυναμώνει. Όπως η σύγκλητος, έτσι και ο στρατός πολλές φορές βλέπει την πολιτική του ισχύ να μειώνεται, όμως οι συνεχείς συρράξεις στα αχανή σύνορα της αυτοκρατορίας τον κρατάνε στο προσκήνιο. Συμμετέχει στη αναγόρευση του αυτοκράτορα και πασχίζει ώστε αυτός να είναι κάποιος που θα τους αντιμετωπίσει μετά ευνοϊκά. Η είσοδος στο βυζαντινό στράτευμα εύκολα εξασφάλιζε αναρρίχηση ακόμα και στο θρόνο.
Το κομμάτι της άρχουσας τάξης συμπληρώνεται από τον ανώτερο κλήρο της εκκλησίας και τη λεγόμενη πολιτική αριστοκρατία η οποία αποτελείται από υψηλόβαθμους κρατικούς ή αυλικούς λειτουργούς, αξιωματούχους, επιστήμονες αλλά και κόλακες. Η εκκλησία στα πρώιμα βυζαντινά χρόνια είχε αρκετά εσωτερικά προβλήματα να λύσει και έτσι πέρασε καιρός ώστε να αποκτήσει πολιτική ισχύ. Για τις σχέσεις κράτους- εκκλησίας στο θεοκρατικό βυζαντινό κράτος υπάρχουν πολλές εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις. Η εκκλησία χρηματοδοτείται από το κράτος για το φιλανθρωπικό της έργο, όχι όμως δίχως αντάλλαγμα καθώς οι αναμίξεις του αυτοκράτορα στα εσωτερικά της εκκλησίας ήταν συχνές. Η πολιτική αριστοκρατία δε, χαρακτηρίζεται από την επισφάλεια καθώς αποτελείται από άτομα αρεστά στον αυτοκράτορα. Αυτοί απολαμβάνουν προνόμια καθώς παρέχουν τις γνώσεις και τις υπηρεσίες τους στον αυτοκράτορα.
Στη μεσαία τάξη υπάρχει ο λαός που είναι οργανωμένος σε δήμους και  από τα μέσα του 5ου αιώνα επικυρώνει την εκλογή του αυτοκράτορα στον ιππόδρομο. Οι Βένετοι και οι Πράσινοι ξεκίνησαν ως αθλητικά σωματεία μαζί με τους Λευκούς και τους Ρούσιους, με τον καιρό όμως απέκτησαν πολιτική ισχύ χάρη στην απήχηση που είχαν στον λαό. Οι δήμοι δεν είχαν αυστηρά μονομερή χαρακτηριστικά αν και οι Βένετοι δείχνουν να προέρχονται από την παλιά Ελληνορωμαϊκή αριστοκρατία των γαιοκτημόνων ενώ οι Πράσινοι από την εύπορη αστική τάξη δηλαδή τους τεχνίτες, βιοτέχνες και εργάτες. Αποτελώντας το πιο ζωντανό κομμάτι του Βυζαντινού κόσμου εκφράζουν τις πολιτικές του πεποιθήσεις, διαμαρτύρονται, στασιάζουν αλλά καθώς είναι «ακέφαλοι» εύκολα εξαπατώνται και χειραγωγούνται. Η στάση του Νίκα τον Γενάρη του 532 είναι ένα ορόσημο για τους δήμους καθώς ο Ιουστινιανός με την προτροπή της Θεοδώρας και την αρωγή του Βελισάριου διέλυσε τη συνοχή τους.
Στην κατώτερη τάξη της νομικά καθορισμένης ιεραρχίας ανήκουν οι φτωχοί και οι δούλοι στους οποίους λόγω του Χριστιανισμού εμφανίζεται μια βελτίωση στις συνθήκες διαβίωσης των τελευταίων και μια μείωση του αριθμού τους.


Όπως η οικονομία άλλων μεσαιωνικών κρατών έτσι και η οικονομία του Βυζαντίου βασίζεται στη συγκέντρωση και αναδιανομή του πλούτου ώστε να μπορεί να καταβάλλει μισθούς για τις υπηρεσίες που του προσφέρουν ο στρατός και οι λειτουργοί του. Οι πηγές των εσόδων προέρχονται από τη φορολογία του εμπορίου και των μικροκαλλιεργητών που ζουν από τη κτηνοτροφία και τη γεωργία κυρίως. Τα προβλήματα ξεκινάνε όταν οι επιφανείς υπήκοοι προσπαθώντας να αποκτήσουν όλο και περισσότερη γη  δε διστάζουν να εκποιούν τις περιουσίες των μικροϊδιοκτητών, κάτι όχι και τόσο δύσκολο αφού και χρήματα έχουν αλλά και μπορούν να χρησιμοποιούν κατά τα συμφέροντά τους τη δαιδαλώδη νομοθεσία. Ταυτόχρονα όμως έχουν και τη απαίτηση να απολαμβάνουν φοροελαφρύνσεις και άλλα προνόμια από τον αυτοκράτορα, του οποίου η δυναμική και σωφροσύνη καθορίζει τη σχέση μεταξύ των. Εννοείται πως δεν είναι μια σχέση μόνο μεταξύ της γαιοκτητικής αριστοκρατίας και του αυτοκράτορα καθώς αυτό με τη σειρά του επηρεάζει όλες της κοινωνικές τάξεις.
Η κοινωνική διαστρωμάτωση μεταβάλλεται καθώς σχηματίζεται ένας νέος κύκλος όπου η οικονομική δύναμη-που απορρέει με τη σειρά της από την κατοχή γης- είναι αυτή που φέρνει την κοινωνική και πολιτική καταξίωση, έτσι μακροπρόθεσμα η ανώτερη τάξη χαρακτηρίζεται από ασυνέχεια και ρευστότητα. Αλλά και η διαδοχή στο θρόνο μετά από μια στρατιωτική αποτυχία, ένα θάνατο αυτοκράτορα, μία εξέγερση ή άλλες καταστάσεις φέρνουν νέο αυτοκράτορα ο οποίος με τη σειρά του εκχωρεί νέους τίτλους σε ημετέρους. Τα παραπάνω έχουν ως συνέπεια την αποτροπή συγκρότησης κλειστής αριστοκρατικής κοινότητας, κάτι που χαρακτηρίζει τον Βυζαντινό κόσμο.
Παράλληλα με την αντικατάσταση των επαρχιών από το νέο θεσμό των θεμάτων τον 7ο -8ο αιώνα λόγω της Περσικής και Αραβικής απειλής στα σύνορα, αναδεικνύεται μια νέα στρατιωτική γαιοκτητική αριστοκρατία καθώς αυτοί που αναλαμβάνουν την υποχρέωση να πολεμούν προικίζονται με μεγάλες εκτάσεις και έχουν εξουσίες τόσο στρατιωτικές όσο και πολιτικές (κάτι ανεπίτρεπτο ως τότε).  Το μεγαλύτερο κομμάτι του λαού παρακολουθεί δυσαρεστημένο τις κατάφωρες αδικίες εις βάρος του καθώς βλέπει πως ενώ καλείται να υπερασπιστεί πολεμώντας για τον τόπο του, το κράτος αντί ανταμοιβής φορολογεί βαριά τη μικρή του ιδιοκτησία, οι άπληστοι  «δυνατοί» πλουτίζουν εκποιώντας τις περιουσίες των «πενήτων», και λοιδορώντας τον «όχλο» όπως χαρακτηριστικά τους αποκαλούν. Αυτοί που περιμένουν συμπαράσταση από την εκκλησία θα διαψευσθούν, καθώς αυτό που την ενδιαφέρει είναι να διασφαλίσει την περιουσία της και να συσσωρεύσει και άλλη γη. Το φαινόμενο αυτό ερμηνεύεται από κάποιους ιστορικούς-μελετητές ως εκφεουδαρχισμός της Βυζαντινής κοινωνίας αν και υπάρχει εξίσου ισχυρός αντίλογος.
Πολλοί αυτοκράτορες προσπαθούν να σταθούν εμπόδιο στις καταχρήσεις των δυνατών θεσπίζοντας σειρά νομοθετικών μέτρων έτσι  ο Κωνσταντίνος Ζ΄ ο Ρωμανός Α΄, ο Νικηφόρος Φωκάς και ο Βασίλειος Β΄ με πρόσχημα την ομαλή ανάπτυξη της υπαίθρου, την αύξηση των φόρων και την αποφυγή ταραχών παίρνουν μέτρα κατά της μεγάλης ιδιοκτησίας. Η βασιλεία του τελευταίου ιδίως χαρακτηρίζεται από τον ανελέητο «κυνηγητό» της αριστοκρατίας της γης, αποτελεί το κορύφωμα της ακμής που γνώρισε το Βυζάντιο στους χρόνους της Μακεδονικής δυναστείας. Ο Βασίλειος Β΄ ο Βουλγαροκτόνος μνημονεύεται σε πολλά κείμενα ως ικανότατος αυτοκράτορας- στρατιωτικός και υποστηρικτής του λαού. Κατέπνιξε πολλές επαναστάσεις όμως πέθανε άγαμος και δεν εξασφάλισε τη διαδοχή του.
Οι διάδοχοι του Βασιλείου Β΄ τον 11ο αιώνα προσπαθώντας να διευρύνουν την κοινωνική βάση της αυτοκρατορίας, προσπαθούν να αναδείξουν τη νέα αστική τάξη η οποία αποτελείται από ικανούς ανθρώπους που ωστόσο δεν ανήκουν στα ανώτερα στρώματα, όμως δέκα χρόνια μετά την ήττα του Μαντζικέρτ η αυτοκρατορία έχει ανάγκη έναν ικανό στρατιωτικό και τον βρίσκει στο πρόσωπο του Αλέξιου Α΄ Κομνηνού ο οποίος είναι εκπρόσωπος της επαρχιακής στρατιωτικής αριστοκρατίας και με την άνοδο του οποίου, μέσω των γνωστών τακτικών της επιγαμίας και της εκχώρησης αυλικών τίτλων παγιώνεται η επικράτηση της αριστοκρατίας. Στα χρόνια της δυναστείας των Παλαιολόγων που ακολούθησαν η άρχουσα τάξη παρέμεινε κλειστή. Η σύγκρουση που κράτησε όλο τον 10ο αιώνα έχει τελειώσει με νικητές τους αριστοκράτες.


Στα πρώιμα χρόνια του Βυζαντίου η τριμερής διάκριση των κοινωνικών τάξεων εγκλωβίζει τους  υπηκόους του, αυτό όμως πρόκειται να αλλάξει καθώς οι καταχρηστικές πρακτικές και το κεφάλαιο που έχουν οι ήδη επιφανείς υπήκοοι, ο ανώτερος κλήρος και οι υπερεξουσίες τις στρατιωτικής ηγεσίας στα νέα θέματα, έχουν ως αποτέλεσμα τη συσσώρευση μεγάλων εκτάσεων γης σε λίγους ανθρώπους.
Οι συγκρούσεις του 10ου αιώνα μεταξύ της κεντρικής εξουσίας και της αριστοκρατίας της γης είναι σφοδρές και έχουν ως στόχο το θρόνο, όμως όλα αυτά φέρνουν μια φθορά καθώς παράλληλα υπάρχουν και εξωτερικοί εχθροί που καραδοκούν. Η πάλη των τάξεων λήγει με τη νίκη της αριστοκρατίας, μια νίκη όμως δίχως αντίκρισμα και με πολλές απώλειες, καθώς το Βυζάντιο της διπλωματικής επιδεξιότητας, του αξιόμαχου στρατού και του εμπορίου είναι πια παρελθόν. Η διπλωματική απομόνωση, η απώλεια στρατηγικών  εδαφών οι ανίερες συμμαχίες και η στήριξη της άμυνας σε μισθοφόρους έχουν συρρικνώσει το κράτος που έχοντας αυτιά μόνο για την αριστοκρατία της γης, συνεχίζει να κάνει αυτό που εδώ και χρόνια- μετά την παγίωση των αριστοκρατικών οικογενειών- ξέρει. Να φορολογεί δίχως έλεος τους φτωχούς αγρότες, τους «άτιμους» όπως  τους χαρακτήριζαν, οι οποίοι στα όρια της ανέχειας υποχρεώνονται να καταβάλλουν τις «δεκατίες» και τις «ωφέλειες» ώστε να ζουν πλουσιοπάροχα η εκκλησία και η αριστοκρατία.
Οι απόπειρες αναστήλωσης που γίνονται, δεν έχουν διάρκεια, έτσι το τέλος είναι θέμα χρόνου. Με την άλωσης της πόλης από τους Οθωμανούς και τον υποτιμημένο από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, Μωάμεθ Βμ΄ η μακροβιότερη αυτοκρατορία με τα αχανή σύνορα θα σβήσει.